“Κάπου είχα διαβάσει, στις ατέλειωτες ώρες της αεργίας μου, ένα άρθρο για τα αποδημητικά πουλιά. Όσα τύχει να χάσουν το σμήνος τους και να καταλήξουν αλλού, παραπλανημένα από τις συνθήκες, ονομάζονται “τυχαίοι επισκέπτες”…
Θυμάμαι ακόμα το συμπέρασμα εκείνης της έρευνας: παρά τη δραματική ιστορία των ταξιδιών και της μετανάστευσης, ακολουθούμε στις μετακινήσεις μας ένα απλό σχέδιο.
Το δικό μου σχέδιο δεν ήταν απλό.
Ή έτσι τουλάχιστον πίστευα.”
Ο Στέφανος, τριανταπεντάρης δάσκαλος ελληνικών, έχει μετατεθεί στο Βερολίνο με σκοπό να λύσει το αίνιγμα των παιδικών του χρόνων: την απαγωγή του από ένα ζευγάρι Γερμανών.
Γιατί οι απαγωγείς του τον απομάκρυναν κάποτε από την πραγματική του οικογένεια;
Και γιατί ο ίδιος αισθάνεται μονίμως ξεριζωμένος;
Είναι ένας άντρας με δυο ονόματα;
Ή εξόριστος που κρύβεται κι απ’ τον ίδιο του τον εαυτό;
Ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα για την αναζήτηση της αλήθειας και της ταυτότητας, της πατρίδας που είναι η γλώσσα και τα αγαπημένα πρόσωπα.
Μια περιπέτεια που διατρέχει τόπους -από τον Κορινθιακό ως το Βερολίνο και την Ταγγέρη- για να περιγράψει τελικά το πιο αναπάντεχο εσωτερικό ταξίδι. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Η Μιχαλοπούλου οργανώνει υποδειγματικά την πλοκή της γύρω από το εύρημα της απαγωγής, που της επιτρέπει να φτιάξει ένα χαρακτήρα που ανασυνθέτει και συμπυκνώνει τους βασικούς χαρακτήρες των προηγούμενων έργων της, δίνοντας μια καθαρώς υπαρξιακή βάση στην πεζογραφία της. Μοιρασμένος ανάμεσα σε δυο γλώσσες και δυο κουλτούρες και όντας ανίκανος να αφομοιώσει είτε τη μία είτε την άλλη οργανικά, εγκαταλελειμμένος σε μια διττή μοίρα, που δεν θα αποκτήσει ούτε μία φορά το ποθητό ενοποιητικό της στοιχείο, όπως και καταδικασμένος σε μια διπλή εξορία (Έλληνας στη Γερμανία και Γερμανός στην Ελλάδα), ο Στέφανος θα παραμείνει ως το τέλος εκκρεμής και διχασμένος. Θα αγωνιστεί, ωστόσο, με νύχια και με δόντια για να κερδίσει την αυτογνωσία του και θα μάθει να συνυπάρχει με τις αντιφάσεις του, αντλώντας δύναμη από την πικρή αίσθηση του ανέστιου και του απόβλητου. (ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 23/1/2011)
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.